λαμπροφωνία

λαμπροφωνία
λαμπροφωνία, ιων. τ. λαμπροφωνίη, ἡ (Α) [λαμπρόφωνος]
το να έχει κάποιος λαμπρή, δυνατή και ευκρινή φωνή («οὐ κατὰ λαμπροφωνίην ἐπιτιθέμενοι ἄλλοι σφέας παρακλήιουσι», Ηρόδ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • λαμπροφωνία — λαμπροφωνίᾱ , λαμπροφωνία clear voiced fem nom/voc/acc dual λαμπροφωνίᾱ , λαμπροφωνία clear voiced fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λαμπροφωνίας — λαμπροφωνίᾱς , λαμπροφωνία clear voiced fem acc pl λαμπροφωνίᾱς , λαμπροφωνία clear voiced fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λαμπροφωνίαν — λαμπροφωνίᾱν , λαμπροφωνία clear voiced fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λαμπροφωνίην — λαμπροφωνία clear voiced fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”